εκδήλωση
(Ελληνικά)
Etimologie
Din εκδηλώνω (ekdilóno, „a releva”) + -σις (-sis) (cu unele sensuri după franceză manifestation).
Pronunție
- AFI: /ekˈði.lo.si/
Substantiv
εκδήλωση (ekdílosi)
Declinarea substantivului εκδήλωση | ||
f. | Singular | Plural |
Nominativ | εκδήλωση | εκδηλώσεις |
Genitiv | εκδήλωσης, εκδηλώσεως | εκδηλώσεων |
Acuzativ | εκδήλωση | εκδηλώσεις |
Vocativ | εκδήλωση | εκδηλώσεις |