υπογραμμίζω

(Ελληνικά)

Etimologie

Etimologie lipsă. (Ajută)

Pronunție

Pronunție lipsă. (Modifică pagina)

Verb

υπογραμμίζω (ypogrammízo)

  1. a sublinia
    υπογραμμίζω τις ενδιαφέρουσες λέξεις και φράσεις για να τις ξαναβρώ εύκολα αργότερα.