(Ελληνικά)

Variante

Etimologie

Din turcă sümbül („zambilă”).

Pronunție

  • AFI: /zuˈbu.li/


Substantiv

ζουμπούλι (zoumpoúli)

Declinarea substantivului
ζουμπούλι
n. Singular Plural
Nominativ ζουμπούλι ζουμπούλια
Genitiv ζουμπουλιού ζουμπουλιών
Acuzativ ζουμπούλι ζουμπούλια
Vocativ ζουμπούλι ζουμπούλια
  1. (bot.) zambilă

Sinonime

Cuvinte derivate

Referințe