σιδηροδρομικός

Variante de scriere Vezi și : σιδηροδρομικώς

(Ελληνικά)

Etimologie

Din σιδηρόδρομος (sidiródromos, „șină”) + -ικός (-ikós).

Pronunție

  • AFI: /si.ðiˈɾo.ðɾo.miˈkos/


Adjectiv

σιδηροδρομικός (sidirodromikós)

Declinarea adjectivului
σιδηροδρομικός
Singular Plural
Masculin σιδηροδρομικός σιδηροδρομικοί
Feminin σιδηροδρομική σιδηροδρομικές
Neutru σιδηροδρομικό σιδηροδρομικά
  1. feroviar, (de) cale ferată
    σιδηροδρομικός σταθμός

Cuvinte apropiate


Substantiv

σιδηροδρομικός (sidirodromikós)

Declinarea substantivului
σιδηροδρομικός
m. Singular Plural
Nominativ σιδηροδρομικός σιδηροδρομικοί
Genitiv σιδηροδρομικού σιδηροδρομικών
Acuzativ σιδηροδρομικό σιδηροδρομικούς
Vocativ σιδηροδρομικέ σιδηροδρομικοί
  1. (infra.ferov.) feroviar

Cuvinte apropiate

Referințe