Utilizator:Robbie SWE/Cuvinte adaugate de mine în greacă

Greacă modificare

άβακας, άγγελος, άγιος, άγχος, άγνωστος, άγριος, άδεια, άδειος, άθεος, άθλιος, άθροισμα, άλγεβρα, άλλοθι, άμαξα, άμβλωση, άμυλο, άνεμος, άνθος, άνω τελεία, άργιλος, άρκτος, άρθρωση, άρπα, άρρενας, άρτος, άσπρο, άσχημος, άτομο, άφθα, άχυρο

έγκυος, έγγραφο, έδαφος, έκδοση, έκθεμα, έκθεση, έκπληξη, έκρηξη, έκταση, έκτρωση, έλατο, έλκηθρο, έλλειμμα, ένδεια, ένζυμο, έργο, έρχομαι, έτσι κι έτσι, έτος, έχω

ήπειρος, ήρωας, ήσυχος

ίντσα, ίππος, ίσκιος

αέρας, αέριο, αβαθής, αγαπώ, αγγλικανικός, αγγλικός, αγγλομαθής, αγγλοσαξονικός, αγγλόφιλος, αγγλόφωνος, αγενής, αγνός, αθροίζω, αισθάνομαι, ακρωτηριάζω, ακυρώνω, αλεπού, αλιάετος, αμαρτάνω, αναγραμματίζω, αναπηδώ, αναστενάζω, ανοίγω, αντιγράφω, απαγορεύω, αποκαλύπτω, αποκλιμακώνω, απορροφώ, αποτρέπω, αριθμώ, αρμέγω, αρνούμαι, ασπάζομαι, αυνανίζομαι

βάζω, βάφω, βασανίζω, βγαίνω, βεβαιώνομαι, βεβαιώνω, βλέπω, βράζω, βρέχω, βραχυκυκλώνω

γάιδαρος, γέρνω, γίνομαι, γαμώ, γεμίζω, γερνάω, γλείφω, γλιστρώ, γράφω

δέχομαι, δάχτυλο, δελεάζω, δελφίνι, δημιουργώ, διαβάζω, διακρίνω, διαλέγομαι, διαλέγω, διατυπώνω, διαφέρω, διδάσκω, διοικώ, διορίζω, διοχετεύω

είμαι, εγκαταλείπω, εγκολπώνομαι, εγκρίνω, εκθέτω, εκσπερματίζω, εκσπερματώνω, ελάφι, ελευθερώνω, ελέφαντας, ενσταλάζω, ενστερνίζομαι, επίφυση, επαναλαμβάνω, επιστρέφω, ερωτεύομαι, ευνοώ

ζωγραφίζω

ηρεμώ, ηχώ

ικανοποιώ, ισχίο

θέλω, θυμάμαι

κάμνω, κάνω, καλώ, καπνίζω, καρδιά, καταγράφω, καταλαβαίνω, καταλύω, κατανοώ, καταπίνω, καταπολεμώ, κερδίζω, κεφάλι, κλέβω, κλείνω, κολλώ, κολυμπώ, κυνηγώ

λέω, λύκος, λιγοστεύω, λιοντάρι, λιπαίνω

μαραίνομαι, μαραίνω, ματώνω, μεθώ, μετανιώνω, μεταφράζω, μιλάω, μπαίνω, μπορώ

νηστεύω, νιώθω, νοιάζομαι, νοσταλγώ

ξέρω, ξεκουράζω, ξεπροβάλλω, ξεφυτρώνω

οδηγώ, ολοκληρώνω, ονειρεύομαι, ονομάζω, ουρώ

πέφτω, πίνω, πίθηκος, παπαγαλίζω, παραγγέλλω, παρανομιάζω, παραπέμπω, παρεμποδίζω, παρουσιάζω, πεθαίνω, περιπλέκω, πεταλώνω, πηγαίνω, πλέω, πλημμυρίζω, πολεμώ, πρόβατο, προγραμματίζω, προειδοποιώ, προκαλώ, προσθέτω, πρωτοκολλώ

ρουφάω

σέβομαι, σβήνω, σκοτώνω, σκύβω, στείβω, στραβομουτσουνιάζω, συγχαίρω, συζητώ, συλλογίζομαι, συνδέω, συνεισφέρω, συντάσσω, συστήνω, σχεδιάζω

τελειώνω, τοποθετώ, τρέχω, τρώγω, τρώω, τσεπώνω

υιοθετώ, υπάρχω

φάκελος, φάντασμα, φάρμακο, φάρυγγας, φέτα, φίδι, φίλος, φαβορίτα, φαγητό, φαινόμενο, φακή, φακίδα, φαλλός, φαράγγι, φαρμάκι, φαρμακείο, φαρμακοποιός, φαρσί, φεύγω, φτύνω, φωτίζω

χάμπουργκερ, χάμστερ, χέρι, χίντι, χαλίκι, χαλινάρι, χαμόγελο, χαράδρα, χαρακτήρας, χαρτί, χαρτονόμισμα, χείλος, χειρ, χειροκροτώ, χημεία, χθες, χιλιόγραμμο, χολέρα, χολερυθρίνη, χορός, χουρμαδιά, χούφτα, χρειάζομαι, χρήμα, χρήματα, χριστιανοσύνη, χρονοδιάγραμμα, χρόνος, χρώμα, χυμός, χύνω, χύσι, χύσιμο

ψάρι, ψήφος, ψαρόνι, ψευδαίσθηση, ψηφίο, ψηφίζω, ψηφοδέλτιο, ψηφοφορία, ψυχή, ψυχολογία, ψωμί, ψύχωση

ωχρότητα

όγκος, όζον, όνειρο, όνομα, όνος, όπλο, όραμα, όραση, όργανο, όρκος, όροφος, όρυζα, όρχις, όσπριο, όχλος

ύαλος, ύδωρ, ύπνος, ύφεση, ύψος

ώρα